- ωτίδα
- (otis). Γένος πτηνών της οικογένειας των ωτίδων, που ανήκει στην τάξη των γερανόμορφων. Τα πουλιά αυτά ζουν στις παραμεσόγειες χώρες και σε πολλές περιοχές της Ασίας, της Αυστραλίας και της ανατολικής Αφρικής. Το μήκος του σώματός τους φτάνει περ. το 1 μ. και το βάρος τους τα 15 κιλά. Το θηλυκό είναι μικρότερο από το αρσενικό περίπου κατά το ένα τρίτο. Τα αρσενικά έχουν λευκή κοιλιά, καστανό στήθος με σκούρα στίγματα και γκρίζο λαιμό και κεφάλι. Τα θηλυκά δεν έχουν στίγματα στο στήθος. Οι φτερούγες τους έχουν μέτρια ανάπτυξη και το χρώμα τους τα προστατεύει, καθώς τα κάνει σχεδόν αόρατα στα άδεντρα τοπία όπου ζουν. Είναι αδύνατο να τα δει κανείς, ακόμα και όταν βρίσκεται πολύ κοντά τους, γιατί, εκτός από το χρώμα τους, μόλις τρομάξουν κολλούν στο χώμα και μένουν εντελώς ασάλευτα.
Το κυριότερο είδος ω. είναι η ω. η μεγάλη, το μεγαλύτερο πουλί των παραμεσόγειων χωρών. Ζει στις ανοιχτές πεδιάδες και στα καλλιεργημένα χωράφια. Γεννά 1-3 αβγά, που έχουν το μέγεθος εκείνων της όρνιθας και χρώμα κιτρινόξανθο με πολλά καστανά στίγματα. Τα επωάζει επί 4 εβδομάδες. Οι μεγάλες ω. των παραμεσόγειων περιοχών και της νότιας Pωσίας είναι ενδημικά πουλιά. Μετατοπίζονται σε μικρές αποστάσεις, αναζητώντας την τροφή τους. Οι ω. που ζουν βορειότερα είναι αποδημητικά πουλιά. Από τις αρχές Αυγούστου παίρνουν τον δρόμο προς τις νότιες θερμότερες χώρες, σε ομάδες που απαρτίζονται από 30-200 μέλη. Το ταξίδι της επιστροφής πραγματοποιείται από τις 15 Μαρτίου έως τις 15 Απριλίου. Στην Ελλάδα κατεβαίνουν από τα βόρεια και περνούν το χειμώνα στις πεδιάδες της Μακεδονίας και της Θράκης. Είναι γνωστές στους χωρικούς με τα ονόματα αγριομισίρκα, αγριόκουρκος, αγριόγαλος, τόγια, τόι, δρόμπλι κ.ά. Τρέφονται με μικρά πουλιά, ποντίκια, σαύρες, έντομα, βατράχια κλπ. Είναι όμως, κυρίως, φυτοφάγα και τρέφονται τον περισσότερο καιρό με χόρτα και σπόρους.
Άλλο είδος είναι η ω. η μικρή, μικρόσωμη συγγενής της μεγάλης αλλά πολύ ευκίνητη, ώστε να μπορεί να απομακρύνεται γρήγορα από τους διώκτες της (γεράκια, αετούς κλπ.). Κατασκευάζει φωλιές, σκάβοντας βαθουλώματα στην επιφάνεια του εδάφους, όπου γεννά 3-4 αβγά. Στην επώαση, που διαρκεί 20-21 ημέρες, σκεπάζει το βαθούλωμα με τη λευκή κοιλιά της και φαίνεται μόνο το επάνω μέρος του σώματός της, παραπλανώντας έτσι τους εχθρούς της. Στην Ελλάδα ζει σε περιοχές της Στερεάς, κυρίως στη Φθιώτιδα.
Ένα τρίτο είδος, η ω, η κόρη έχει πολύ μεγάλο σώμα περίπου ίδιο με της ο. της μεγάλης. Ζει στη νότια και στη νοτιοανατολική Αφρική. Τέλος, η ω. η σιβηρική, ζει στη Σιβηρία και την Ιαπωνία, αλλά τον χειμώνα μεταναστεύει στην κεντρική Κίνα.
Οι ω. είναι ωφέλιμα πουλιά γιατί εξολοθρεύουν τις ακρίδες και άλλα βλαβερά έντομα. Το κρέας τους είναι νοστιμότατο και αποτελούν ένα από τα πιο δημοφιλή θηράματα. Για τον λόγο αυτό, σε πολλές περιοχές μειώθηκαν σημαντικά, ενώ στην Αγγλία έχουν εξαφανιστεί εντελώς από τα τέλη του 19ου αι.
Ωτίδα του είδους λύρουρος, που έχει ιδιαίτερη επίδοση στην εξολόθρευση των ακρίδων. Και η ωτίδα αυτή φημίζεται για το νόστιμο κρέας της, γι’ αυτό και την κυνηγούν συστηματικά στις περιοχές που ζει.
Μια ωτίδα του είδους αγριόγαλος, που είναι περιζήτητο για το νόστιμο κρέας του.
* * *η / ὠτίς, -ίδος, ΝΑ, και λόγιος τ. ωτίς και οτίς Ν, και ὀτίς και οὐτίς, -ίδος, Α(στον τ. ωτίς) το γνωστό σήμερα με την κοινή ονομασία μεγάλος αγριόγαλος πουλί και, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική ταξινόμηση, γένος πτηνών, που ανήκουν στην ίδια οικογένεια, την οικογένεια ωτιδίδεςνεοελλ.1. στρ. εισέχουσα γωνία οχυρώματος2. αρχιτ. εξέχον κατασκεύασμα τού τοίχου για την στήριξη άλλων κατασκευών3. (μηχανολ.) μεταλλικό εξάρτημα για τη στερέωση αντικειμένου σε τράπεζα εργασίας ή εργαλειομηχανής.[ΕΤΥΜΟΛ. < οὖς*, ὠτός «αφτί» + επίθημα -ίς, -ίδος (πρβλ. νυκτερ-ίς)].
Dictionary of Greek. 2013.